Η κλιματική αλλαγή είναι η μεγαλύτερη απειλή, που έχει να αντιμετωπίσει ο πλανήτης στο σύνολό του. Στην Μεσόγειο, οι θερμοκρασίες αυξάνονται ταχύτερα από τον παγκόσμιο μέσο όρο και εκτιμάται ότι η στάθμη της θάλασσας θα ανέβει ένα μέτρο έως το 2100, γεγονός που πρόκειται να προκαλέσει σοβαρές επιπτώσεις στην θαλάσσια ζωή της Λεκάνης της Μεσογείου. Η έκθεση του WWF («The Climate Change Effect in the Mediterranean: Stories from an overheating sea»), που δημοσιεύτηκε την Παγκόσμια Ημέρα των Ωκεανών (08/06/21), παρουσιάζει το μείζον ζήτημα της ανάγκης προστασίας της Μεσογείου, στην οποία εστιάζει η μελέτη.

Βεβαίως, η κλιματική αλλαγή δεν είναι η μοναδική αιτία, εξαιτίας της οποίας η θαλάσσια ζωή δέχεται συνεχείς πιέσεις. Η υπεραλίευση, η ακτοπλοΐα, ο τουρισμός, η έρευνα και ανάπτυξη στον τομέα της Ενέργειας, καθώς επίσης και άλλες ανθρώπινες δραστηριότητες, έχουν οδηγήσει σε πρωτόγνωρες συνθήκες κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας και δη της Μεσογείου, το ανατολικό τμήμα της οποίας είναι το πιο θερμό της Λεκάνης. Αυτό το γεγονός ευνοεί την είσοδο στην Μεσόγειο ειδών, που δεν μπορούσαν να επιβιώσουν σε αυτήν, λόγω των πιο χαμηλών θερμοκρασιών, στο παρελθόν και έτσι παρατηρούνται αλλαγές ως προς τα είδη που πλέον ζουν στην συγκεκριμένη θάλασσα και ενδεχομένως ως προς την ισορροπία της θαλάσσιας ζωής.

Ενδεικτικό της πίεσης που δέχεται μεταξύ άλλων και η Μεσόγειος είναι ότι το «Posidonia oceanica», ένα είδος, που διαδραματίζει εξέχοντα ρόλο, γι’ αυτό άλλωστε έχει χαρακτηριστεί και ως «ο πνεύμονας της Μεσογείου», υφίσταται ανησυχητική μείωση. Πρόκειται για είδος, που έχει την μορφή γρασιδιού, και έχει εκτιμηθεί ότι αποθηκεύει από την εποχή της Βιομηχανικής Επανάστασης 11-42% των συνολικών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα από χώρες της Μεσογείου. Και αυτό είναι μόνο ένα από όσα θετικά προσφέρει.
Η μελέτη καταλήγει τονίζοντας πως το μέγεθος του προβλήματος απαιτεί άμεσες και φιλόδοξες πολιτικές αποφάσεις. Τουλάχιστον, υπογραμμίζει η έκθεση, το 30% της Μεσογείου θα πρέπει να προστατευτεί αποτελεσματικά (σ.σ. οι προστατευόμενες περιοχές καλύπτουν μόνο το 9,68% της Μεσογείου), για να γίνει διαχειρίσιμο το πρόβλημα.