top of page

Υγειονομικές κρίσεις και κρατικός παρεμβατισμός


Του Στρατή Χωμενίδη*


Η υγειονομική κρίση που έχει καταβάλει τις ευρωπαϊκές κοινωνίες, με την εμφάνιση του ιού COVID-19, καθιστά ενδεχομένως την πιο - αν και καθ’όλα κρίσιμη - ελπιδοφόρα συγκυρία πολιτικής μεταβολής από το τέλος του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου. Είναι πλέον ευρέως γνωστές τόσο οι αιτίες της εμφάνισης του εν λόγω ιού, όσο και οι τρόποι περιορισμού της εξάπλωσης του - έλλειψη θεραπειών και εμβολίων.

Σε κάθε περίοδο συλλογικής ψυχικής αναστάτωσης, που οφείλεται ενίοτε σε πόλεμο (δεν είναι η περίπτωση της πανδημίας που αντιμετωπίζουμε, όπως λανθασμένα έχει χρησιμοποιηθεί ο χαρακτηρισμός από τον Κ. Μητσοτάκη), ενίοτε σε κοινωνικές ταραχές και επαναπροσδιορίσεις (όπως για παράδειγμα η δεκαετία του 60’, κυρίως στις ΗΠΑ, που σηματοδοτήθηκε από το κίνημα των Civil Rights του Δρ. Λούθερ Κίνγκ) υφίσταται ένα κλίμα αναθεωρήσης όσων θεωρούμε πολιτικά κεκτημένα.


Στην περίπτωση μας, η πανδημία του COVID-19 μας ωθεί σε σκέψεις, σε ότι αφορά στον ρόλο των θεσμικών και κρατικών μηχανισμών, που έχουν υιοθετηθεί από της δημόσιες αρχές, σταδιακά και μεθοδικά, εδώ και κάποιες δεκατίες. Το νεοφιλελεύθερο δόγμα έχει μονοπωλήσει - ή πιό συγκεκριμένα ηγεμονεύσει, για να επικαλεστούμε τον όρο του Ιταλού φιλοσόφου Αντόνιο Γκράμσι - την στρουκτούρα, ή αλλιώς την οργάνωση, όπως και την εκτελεστική λειτουργία, οι οποίες χαρακτηρίζουν τους θεσμούς που πλαισιώνουν την πολιτική ζωή των δυτικών κοινωνιών. Στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την Ευρωζώνης, η ηγεμονία τούτη είναι ενδεχομένως το μεγαλύτερο εμπόδιο, ως προς την ελπίδα περαιτέρω ολοκλήρωσης και σύγκλισης των ευρωπαϊκών κοινωνιών και οικονομιών.


Πράγματι, οι δημοσιονομικοί κανόνες, ο ψυχαναγκασμός της σταθερότητας και του σχεδόν μηδενικού πληθωρισμού, έχουν αφενός αποτρέψει τα Κράτη-μέλη από το να έχουν την δυνατότητα να στηρίξουν, όποτε κρίνεται απαραίτητο, την εσωτερική οικονομική δραστηριότητα, για μια δυναμική αλλά δίκαιη και προστατευμένη αγορά εργασίας. Αφετέρου, οι κανόνες αυτοί, οδηγούν τα Κράτη-μέλη σε μια καταστροφική δημοσιονομική και φορολογική πολιτική. Χαρακτηριστικός ο - κατ’ουσίαν επιβεβλημένος - ανταγωνισμός των εθνικών φορολογικών πολιτικών, έτσι ώστε να είναι ει δυνατόν φιλικότερο το κλίμα για την υλοποίηση εξωτερικών επενδύσεων, χωρίς καμία μέριμνα για τις συνθήκες ανάπτυξης της δραστηριότητας ή την προστασία και δίκαιη μεταχείριση των εργαζομένων.


Η πρωτοφανής υγειονομική κρίση που αντιμετωπίζουμε επιδεικνύει τα όρια της επιρροής του νεοφιλελεύθερου δόγματος στην πολιτική. Πλέον, δεν είναι αντικείμενο επιβολής και ηγεμονίας, η τραγική δημοσιονομική πειθαρχία της Ελλάδας, το συνταξιοδοτικό σύστημα της Ιταλίας ή οι (για την ώρα) ελλειπώς ευέλικτες εργασιακές σχέσεις στη Γαλλία. Με άλλα λόγια, δεν είναι πλέον δυνατή, η συγκέντρωση των νεοφιλελεύθερων παρορμήσεων, πάνω σε ένα απομονωμένο εθνικό ζήτημα, το οποίο χαρακτηρίζει μια υποτιθέμενη προβληματική πτυχή της εκάστης λειτουργίας των Κρατών-μελών.

Η κρίση που καλούμαστε να μετριάσουμε δεν είναι ασύμμετρη. Χτυπά όλα τα Κράτη-μέλη με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Απαιτεί μια ενιαία πολιτική γραμμή, μια ενιαία υγειονομική πολιτική, ειδάλλως το ανθρωπιστικό κόστος θα είναι πολιτικά αδικαιολόγητα σημαντικό. Η σύγκλιση δεν είναι λοιπόν μια επιλογή πλέον, αλλά μια πολύ συγκεκριμένη ανάγκη.


Στο πλαίσιο αυτό, είναι ενθαρρυντικός, αν και παράδοξος βάσει ιδεολογικών καταβολών, ο ουσιώδης κρατικός παρεμβατισμός που οικειοποιούνται όλο και περισσότερες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Η πλήρης κινητοποίηση του συστήματος δημόσιας υγείας, ή ακόμα και η προσκόλληση των ιδιωτικών φορέων στην λειτουργία αυτού, προφανώς και χαρακτηρίζει μια σοσιαλδημοκρατική αντίληψη της δημόσιας υπηρεσίας, στη διάθεση των πολιτών.


Αντίστοιχα, τα μέτρα δημοσιονομικής υποστήριξης, στις διάφορες επιχειρηματικές και ιδιωτικές δομές - στις οποίες ευνόητα απασχολούνται συμπολίτες μας, που θα δυσκολευτούν σημαντικά να ανταπεξέλθουν στην κατακόρυφη μείωση της οικονομικής δραστηριότητας - είναι άλλο ένα στοιχείο κρατικού παρεμβατισμού, άρρηκτα συνδεδεμένο μάλιστα με την οικονομική θεωρία του Αμερικάνου οικονομολόγου Τ. Μ. Κέινς.


Η επιστροφή σε μια κρατική φιγούρα-εγγυήτρια του κοινωνικού συμβολαίου και του κοινού καλού, που διατυπώθηκε λεπτομερώς στην Συνθήκη της Φιλαδέλφειας του 1948, είναι απαραίτητο να μην καθιστά μια ιδεολογική παρένθεση, ή χειρότερα ακόμα, εξαίρεση. Μεταξύ των πολλών πολιτισμικών και πολιτιστικών δεινών της παγκοσμιοποίησης, η τεχνική αυτή διεύρυνση των συναλλαγών και των μετακινήσεων, έχει επιφέρει ενδεχομένως μια θετική εξέλιξη : οι οικονομικές ασυμμετρίες μεταξύ Κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα λιγοστεύουν σταδιακά.


Επομένως, οι κρίσεις που αντιμετωπίζουμε ή θα αντιμετωπίσουμε, με σημαντικότερη αυτών εκείνη της κλιματικής αλλαγής, θα είναι διαχειρίσιμες μόνο εάν η θεσμική σύγκλιση των Κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι δεδομένη. Κυρίως, μόνο εάν η πολιτική γραμμή πάνω στην οποία βασίζονται οι δράσεις μας, μεριμνά για το κοινό καλό, για μια κοινωνική δικαιοσύνη και συνοχή και για μια προστασία των πολιτών, απέναντι στους δεσμούς υποτέλειας της νεοφιλελεύθερης οικονομικής και κοινωνικής δομής. Και αυτό, υπό την αιγίδα των δημοσίων αρχών και του Κοινωνικού Συμβολαίου.


*Ο κ. Στρατής Χωμενίδης είναι κάτοχος Economics BA – Paris I Panthéon-Sorbonne

Political Philosophy MA - EHESS και συνεργάτης της κίνησης ΚΟΣΜΟΣ.

bottom of page